09 Απριλίου, 2011

Οικογένεια Νικολαΐδη

Οι περισσότεροι Έλληνες μεγιστάνες γίνονταν τέτοιοι στο εξωτερικό. Η Ελλάδα είναι πολύ μικρή και πολύ φτωχή, για να "παράγει" περιουσίες μεγάλου μεγέθους. Τέτοιοι μεγιστάνες "παράγονταν" μόνον στις τεράστιες οικονομίες του εξωτερικού.
Η δημιουργία ενός τέτοιου μεγιστάνα παρουσιάζεται στο εξαίρετο βιβλίο του Ζουζέπ Κιντάνα «Οικογένεια Νικολαΐδη», των εκδόσεων Λαγουδέρα, σε μετάφραση Αυγής Σαράφη. Το βιβλίο αφηγείται την ιστορία της οικογένειας του Γεώργιου Νικολαΐδη, ενός πλοιοκτήτη από την Κεφαλονιά που έγινε μεγάλος και τρανός στην Μινόρκα, το δεύτερο σε μέγεθος νησί των Βαλεαρίδων στη Δυτική Μεσόγειο τον 18ο αιώνα, τότε που το νησί ήταν προτεκτοράτο της Βρετανίας.

Ο αιώνας αυτός ήταν κρίσιμος για την επικράτηση της Βρετανίας με βασιλείς του Οίκου του Ανόβερο στον μεγάλο ανταγωνισμό της με την Γαλλία των Βουρβόνων αρχικά και του Ναπολέοντα αργότερα, ανταγωνισμός που σημαδεύτηκε από 2 μεγάλους πολέμους:
  • Τον «πόλεμο της Ισπανικής διαδοχής» που έφερε στο θρόνο της Ισπανίας τους Βουρβόνους με τον Φίλιππο τον V και τότε ήταν που η Μινόρκα μαζί με το Γιβραλτάρ πέρασε στην κυριαρχία των Βρετανών (1708).
  • Με την έναρξη του «Επταετούς πολέμου» (1756-63) η Μινόρκα καταλήφθηκε από τους Ισπανούς (1756) συμμάχους των Γάλλων, μια κυριαρχία που διήρκεσε μέχρι το τέλος του πολέμου 1763, οπότε επιστράφηκε στους νικητές Βρετανούς.
  • Είκοσι χρόνια αργότερα (1783) η Μινόρκα παραχωρήθηκε στην Ισπανία με τη συνθήκη των Βερσαλλιών, μετά την κατάληψη του νησιού από ένα συμμαχικό σώμα Ισπανών-Γάλλων.
  • Νέα εισβολή των Βρετανών το 1798 κατά τους Πολέμους της Γαλλικής Επανάστασης, αυτή τη φορά ως συμμάχων των Ισπανών, για να επιστραφεί τελεσίδικα στους Ισπανούς το 1802.
Κατά τη διάρκεια της βρετανικής κυριαρχίας και υπό την προστασία της, αναπτύχθηκε στο νησί μια Ελληνική παροικία από εμπόρους και πλοιοκτήτες ελληνικής καταγωγής από διάφορες περιοχές, όπως η Κρήτη, η Πάτμος, τα Ιόνια. Στην παροικία αυτή, διακεκριμένο μέλος αποτέλεσε ο Γεώργιος Νικολαΐδης, κεφαλλονίτης καπετάνιος και έμπορος, που έφθασε στο νησί μετά από προτροπή του πεθερού του, πλούσιου εμπόρου από το Λιβόρνο, μια εποχή που το τελευταίο όπως και η Κεφαλονιά ήταν Βενετσιάνικες κτήσεις.

* * *

Αν αρχέτυπο του Έλληνα είναι ο Οδυσσέας, κάποια στοιχεία του ομηρικού ήρωα βλέπουμε και στον Νικολαΐδη. Είναι ένας διψασμένος για περιπέτεια, πολυμήχανος, εφευρετικός, προνοητικός άνθρωπος της θάλασσας και του εμπορίου, που βλέπει την περιουσία του να αυγατίζει και την κοινωνική του θέση να εδραιώνεται, χάρη στις ικανότητές του, αλλά και στην οικονομική δραστηριότητα που ευνοεί η Βρετανία του 18ου αιώνα στον ανταγωνισμό της με τη μεγάλη δύναμη της εποχής, τη Γαλλία: την πειρατεία. Ο πλούτος που συσσωρεύει με αυτές τις δραστηριότητες τον κάνει αποδεκτό μέλος της ελληνικής παροικίας στη Μαόν, το λιμάνι της Μινόρκα και οικονομική πρωτεύουσα του νησιού. Η ορθόδοξη παροικία αντιμετωπίζει όπως είναι φυσικό την καχυποψία και την εχθρότητα των καθολικών ισπανόφωνων κατοίκων του νησιού, που βλέπουν τους ξένους και σχισματικούς εμπόρους να κυριαρχούν οικονομικά στο νησί τους, να τους υποκαθιστούν στην πολιτική και κοινωνική ζωή. Αντίπαλοί τους οι παλιοί γαιοκτήμονες-αριστοκράτες του νησιού και η καθολική εκκλησία, η οποία περιορίζεται στην παλιά πρωτεύουσα της Μινόρκα, τη Θιουδαδέλα.


Πώς μπορεί να πετύχει ένας Έλληνας πλοιοκτήτης που φθάνει σ' ένα ξένο τόπο, που δεν ξέρει τη γλώσσα, που προέρχεται από ένα κράτος που φθίνει (τη Βενετία), που ξεμπάρκαρε εκεί το 1753 με ένα μικρό εμπορικό πλοίο και ένα φορτίο εμπορεύματα; Είναι αναμφίβολα ικανός, μετρημένος στις επιλογές του και εργατικός: το "δαιμόνιο της φυλής". Τα χαρίσματά του είναι αυτά που ευνοεί ο αιώνας του Διαφωτισμού. Ο συγγραφέας μάλιστα, συνδυάζει την αποβίβαση του Νικολαΐδη στη Μαόν με την ολοκλήρωση των «Προλεγόμενων» του D’ Alembert στην περιβόητη Εγκυκλοπαίδεια των Γάλλων Διαφωτιστών. Αρκούν όμως αυτά; Η επιτυχία του οφείλεται στην Βρετανία και την οικονομική και εξωτερική πολιτική του πρωθυπουργού Ουίλιαμ Πιτ και βέβαια στην ισχύ του στόλου της. Η βρετανική διοίκηση εκσυγχρονίζει το νησί, δημιουργώντας υποδομές για να προωθήσει τα συμφέροντα της Αγγλίας στη Μεσόγειο, και χρειάζεται ανθρώπους κατάλληλους για το σκοπό αυτό. Κατάλληλοι δεν είναι οι ντόπιοι, παραδοσιακοί Ισπανόφωνοι καθολικοί, που έχουν μάθει να ζουν σε μια κοινωνία η οργάνωση της οποίας βασίζεται στην ξεπερασμένη αριστοκρατία του αίματος, την εκκλησία και τη γαιοκτησία, ενώ ο κόσμος γύρω τους και το ίδιο το νησί τους αλλάζει. Μοχλό της Βρετανικής πολιτικής αποτελούν οι έμποροι και οι ναυτικοί που παροικούν στο νησί και μεταξύ αυτών οι Έλληνες, οι οποίοι με την ναυτική και εμπορική τους πείρα, (οι Έλληνες που στερούνται κρατικής οντότητας, άλλοι κάτω από τους Βενετσιάνους, άλλοι από τους Οθωμανούς, διασκορπισμένοι έμποροι σε όλη την Ευρώπη), αποτελούν πολύτιμο υλικό για τα σχέδια της Βρετανίας.

Πώς δημιουργείται λοιπόν ένας Έλληνας μεγιστάνας της διασποράς; Η Βρετανική διοίκηση του παραχωρεί λιμάνια, ναυπηγεία, ορυχεία, αλυκές, αφορολόγητο, δασμολογικές απαλλαγές και προστασία στα πλοία του να κάνουν πλιάτσικο. Με τον τρόπο αυτό δημιουργεί το κεφάλαιό του. Κι όταν αργότερα αποφασίζει να αποσυρθεί από τη θάλασσα και να χρηματοδοτεί άλλους για να γίνουν πειρατές, να μετατραπεί δηλαδή από πλοιοκτήτης σε δανειστή, «επενδυτή», η βρετανική διοίκηση του επιτρέπει να ιδρύσει τράπεζα. Δανείζει τους άλλους με εγγύηση την ακίνητη περιουσία τους και βέβαια εκμεταλλεύεται την αποτυχία τους στα επιχειρηματικά τους σχέδια, άπειροι καθώς είναι, για να καρπωθεί τις ασφάλειες. Η Βρετανία δημιούργησε τους μεγιστάνες αυτούς στο εξωτερικό, στις αποικίες της. (Αργότερα τους έφερε πίσω στην Ελλάδα, όταν δημιούργησε ένα κράτος-αποικία με το όνομα Ελλάδα.) Το περιβόητο «ελληνικό δαιμόνιο» έχει ονοματεπώνυμο: Βρετανική προστασία.

* * *

Τι τύπο ανθρώπου ενσαρκώνει ο Νικολαΐδης; Σε όλες τις εποχές και σε όλες τις κοινωνίες υπήρχαν έμποροι. Όμως ποτέ και πουθενά δεν αποτέλεσαν την κυρίαρχη τάξη, δεν επιζήτησαν την εξουσία, δεν είχαν ιδιαίτερα προνόμια. Μπορεί να είχαν πλούτο αλλά παρέμειναν σε κατώτερη κοινωνική θέση. Αρχικά στην Βρετανία και στη συνέχεια στην υπόλοιπη Ευρώπη, η εμπορική και γενικότερα αστική τάξη διεκδίκησε το προνόμιο της εξουσίας. Η νέα υπερδύναμη που αναπτύσσεται στην Ευρώπη τον 18ο αιώνα, με τον ναυτικό και εμπορευματικό πολιτισμό της δημιουργεί ένα νέο τύπο ανθρώπου, ένα νέο τρόπο βίου και συμπεριφοράς.

Ιδού πώς περιγράφει ο Νικολαΐδης τον εαυτό του:
«Εγώ είμαι Έλληνας και συνεισφέρω σε οτιδήποτε αφορά τους δικούς μου, όλους εκείνους με τους οποίους, πασχίζουμε με όλες μας τις δυνάμεις να χτίσουμε εδώ έναν καινούριο κόσμο που θα μας επιτρέψει να αυγατίσουμε τις περιουσίες μας … Εμείς είμαστε άνθρωποι των επιχειρήσεων, έμποροι, άνθρωποι που θέλουμε να πλουτίσουμε και ξέρουμε πώς να δημιουργούμε πλούτο, όχι τόσο για τη χαρά που μας δίνει η απόκτησή του αλλά για τη χαρά της δημιουργίας του, αυτό κατά βάθος μας προσφέρει τη μεγαλύτερη ικανοποίηση».

Όταν ο Νικολαΐδης έφθασε για πρώτη φορά στη Μινόρκα, χρηματοδοτεί την ανέγερση ενός Ορθόδοξου ναού για τις ανάγκες της ελληνικής παροικίας της Μαόν. Είναι πιστός ορθόδοξος; Όχι! έπρεπε να γίνει αποδεκτός στην ορθόδοξη μειονότητα και αυτή η επένδυση αποτέλεσε το εισιτήριο για το σκοπό αυτό. Μετά από κάποια χρόνια αντιλαμβάνεται ότι αργά ή γρήγορα η Βρετανική κυριαρχία στο νησί θα λάβει τέλος και το νησί θα περάσει στα χέρια των Ισπανών, οπότε ο ρόλος της Καθολικής εκκλησίας στην πολιτική ζωή της Μινόρκα θα γίνει καθοριστικός, και με μια θεαματική κίνηση αποτάσσεται το ορθόδοξο δόγμα και ασπάζεται το καθολικό, ο ίδιος και η οικογένειά του. Δίνει μάλιστα στο τελευταίο του παιδί Ισπανικό όνομα: αντί για Γεώργιος, Τζόρντι. Οι δουλειές πρέπει να συνεχιστούν και με το νέο καθεστώς.

Για την καθολική και ισπανική κοινωνία της Μινόρκα ο Νικολαΐδης (και οι όμοιοι του) αποτελεί μια απειλή. Είναι ξένος, ορθόδοξος, πλούσιος και πειρατής. Είναι «ο χυδαίος άνθρωπος της αγοράς». Στο πρόσωπο του Νικολαΐδη βλέπει έναν παρείσακτο, έναν ξένο. Η παραδοσιακή αριστοκρατία του νησιού τον θεωρεί ως την αιτία που τους στερεί από τους εργάτες γης: αυτός είναι που τους σταλάζει στην ψυχή την απληστία που φέρνει το κέρδος από την πειρατεία και το εμπόριο, και τους μετατρέπει σε ναυτικούς χρηματοδοτώντας τα εγχειρήματά τους. Βλέπει ότι στόχος του είναι να κυριαρχήσει οικονομικά στο νησί τους κι όπως λέει κάποιος από αυτούς «να ρουφήξει το αίμα των καλών, των τίμιων ανθρώπων, όσων διαθέτουν ευγενική καταγωγή». Από την άλλη μεριά η μεσαία τάξη και η εκκλησία βλέπει σε αυτόν, τον ορθόδοξο, τον σχισματικό. Η κοινωνία της Μινόρκα είναι τυφλή. Αυτή, όπως και κάθε παραδοσιακή κοινωνία, αδυνατούσε να καταλάβει τι συνέβαινε στην Ευρώπη με την άνοδο τη Βρετανικής κυριαρχίας και ποιες νέες κοινωνικές τάξεις αναλαμβάνουν την εξουσία. Ανθρώπους σαν τον Νικολαΐδη σήμερα θα τους λέγαμε "κεφαλαιούχους", "επενδυτές", "ανθρώπους της αγοράς". Ο πρώην πειρατής και τοκογλύφος που μεταμορφώνεται σε ευυπόληπτο τραπεζίτη (στο μυθιστόρημα τραπεζίτης γίνεται ο γιος του). Η διαφορά πατέρα και γιου; Ο πρώτος δάνειζε και άρα διακινδύνευε τα δικά του χρήματα, ο δεύτερος τα χρήματα των καταθετών του.

Στις αρχές του 19ου αιώνα η Μινόρκα παραχωρήθηκε μόνιμα από την Βρετανία στην Ισπανία γιατί αντικαταστάθηκε από τη Μάλτα. Η ισπανική κυβέρνηση αποφάσισε ότι τα εμπορεύματα που φυλάσσονταν στις αποθήκες της Μαόν αποτελούσαν προϊόν λαθρεμπορίου και τα κατέσχεσε, οι Μινορκινοί έμποροι καταστράφηκαν και η οικονομικά εύπορη κοινότητα έπεσε σε μαρασμό. Οι Νικολαΐδηδες και η τράπεζά τους επιβίωσαν. Διότι είχε φθάσει η ώρα να πληρώσουν οι Μινορκινοί στην τράπεζα τα χρέη που είχαν συσσωρεύσει από τις εμπορικές δραστηριότητες της βρετανικής εποχής. Με τις κατασχέσεις που ακολούθησαν η περιουσία και η δύναμη του Έλληνα μεγιστάνα γιγαντώθηκαν. Ήταν πια ο "μεγάλος και τρανός" Νικολαΐδης, ένας θρύλος.

* * *

Ο Νικολαΐδης είναι ο τύπος του Έλληνα που θα γνωρίσει η Ελλάδα στα χρόνια μετά τον πόλεμο της Ανεξαρτησίας: ο αυτοδημιούργητος μεγιστάνας, ο επενδυτής του εξωτερικού, ο πλούσιος «Έλληνας της διασποράς» που βοηθά την πατρίδα να αναπτυχθεί. Το πολιτικό κατεστημένο της ελεύθερης χώρας ανακηρύσσει τον υιό Νικολαΐδη πρόξενο της Ελλάδας στη Μαόν.

Οι περισσότεροι Έλληνες μεγιστάνες γίνονταν τέτοιοι στο εξωτερικό. Από τους πρώτους εθνικούς ευεργέτες μέχρι τον Ωνάση, τον Λιβανό ή τον Λάτση, η ιστορία ήταν πάντα η ίδια. Όλοι αυτοί διακρίνονταν στο εξωτερικό και στην Ελλάδα επέστρεφαν, για να πραγματοποιήσουν τον "θρίαμβό" τους. Επέστρεφαν, για να "δικαιωθούν" και πολλοί από αυτούς για να εξαγοράσουν τους "εφιάλτες" τους. Με αυτόν τον τρόπο λειτουργούσαν σχεδόν όλοι. Με δωρεές και ανέγερση μεγάρων και εκκλησιών, "εξαγόραζαν" συμπάθειες και υστεροφημία. Όπως έλεγε και ο μακαρίτης ο Λάτσης στα παιδιά του … "στην Ελλάδα κάνουμε μόνον φιλανθρωπίες και όχι μπίζνες".

Και για να τελειώσουμε όπως αρχίσαμε, «ο Νικολαΐδης δεν είναι Οδυσσέας». Αναγκάζεται να φύγει από τη φτωχή του πατρίδα, όμως δεν είναι δεμένος με τον πατρικό του τόπο, τη πατρογονική θρησκεία, το γένος των Ελλήνων, που λίγα μόλις χρόνια μετά πολέμησε για την ανεξαρτησία του. Στην καρδιά του δεν υπάρχει ο νόστος. Χώρα του είναι το «άυλο κάπου» που μπορεί να πλουτίσει, θρησκεία του είναι το χρήμα και λατρεία του η δύναμη που προκύπτει από αυτό.

Δεν υπάρχουν σχόλια: