28 Ιανουαρίου, 2008

Το χιόνι του Ναυάρχου

στον Ν.Ι.

Ένας ταξιδευτής ανεβαίνει με μια λάντζα προς τις πηγές του ποταμού Ξουραντό. Αναμνήσεις από τις επιπόλαιες περιπλανήσεις του στη ζούγκλα.

"Η ζούγκλα δεν έχει τίποτα το μυστηριώδες. Απλή σαφής, ομοιόμορφη, μοχθηρή. Εδώ η σκέψη θολώνει, η αίσθηση του χρόνου χάνεται, ξεχνιούνται οι νόμοι, η χαρά είναι άγνωστη και δεν υπάρχει χώρος για τη θλίψη."

Ένα ταξίδι σε δρόμο που ποτέ δεν είναι ο ίδιος. Δεν είναι τόσο οι ύφαλοι της άμμου και τα εμπόδια στην επιφάνεια, όσο τα ρήγματα, οι κοιλότητες, οι πτυχώσεις και οι σπηλιές του βυθού. Ο βυθός φτιάχνει τις δίνες που τον καταπίνουν. Στο "Πέρασμα του Αγγέλου."

"Ο στοχασμός πάνω στην ένννοια του χρόνου, η προσπάθεια να μάθουμε αν το παρελθόν και το μέλλον ισχύουν και αν πράγματι υφίστανται, μας οδηγεί σε ένα λαβύρινθο που, αν και οικείος, δεν παύει να είναι ακατανόητος."

Για το ταξίδι στη ζούγκλα δεν έχει σημασία η αρχή, τίποτα δεν ξεκαθαρίζει τα πράγματα. Γρήγορα βεβαιώνεται πώς παίζει σε λάθος παιγνίδι.

"Ένα καραβάνι δεν συμβολίζει ούτε αντιπροσωπεύει τίποτα. Το λάθος μας είναι ότι πιστεύουμε πως κατευθύνεται κάπου αλλού. Το καραβάνι εξαντλεί το νόημά του στην ίδια του τη μετακίνηση. Τα ζώα του καραβανιού το γνωρίζουν αυτό, οι οδηγοί του το αγνοούν. Αυτό θα συμβαίνει πάντα."

Ένα ταξίδι με χρήσιμες και άχρηστες εμπειρίες, που όμως καμιά δεν του χαρίζεται. Τα πρόσωπα (ο Καπετάνιος, ο Διοικητής, η Ιθαγενής) είναι οδοδείκτες στη διαδρομή της ψυχής του ταξιδευτή: προς τη σωτηρία ή την καταστροφή. Ανοίγουν μπροστά του το παρελθόν για να κατανοήσει τις αιτίες του παρόντος. Να καταφέρει να βρει την ατομική του ευθύνη για τη διαμόρφωση του μέλλοντος.

"Στα ερείπια του Krac των Ιπποτών της Ρόδου που υψώνονται σε μια απόκρημνη ακτή κοντά στην Τρίπολη, υπάρχει ένας ανώνυμος τάφος με την εξής επιγραφή: «Δεν ήταν εδώ»."

Μετά το ταξίδι και αν είναι τυχερός και βρει το δρόμο της επιστροφής, αναζητά εκείνη που υφαίνει όλο το τοπίο. Εκείνη που άφησε στο 'Χιόνι του Ναυάρχου'.

18 Ιανουαρίου, 2008

Ιστορία με το μικροσκόπιο;

στον Κ.Π

Το ερώτημα είναι σαφές: μια ορισμένη κοινωνία υπόκειται σε μία και μοναδική χρονική τάξη; Είναι ίδιος ο χρόνος για τον ψαρά και τον γεωργό, για τον γιατρό και τον ασθενή, για τον καπιταλιστή και τον εργάτη;

Η γνωστότερη και κυρίαρχη στις μέρες μας αντίληψη του χρόνου είναι η γραμμική (παρελθόν είναι ότι προηγείται χρονολογικώς του παρόντος και μέλλον ότι έπεται). Άρα, σύγχρονο είναι το παρόν, διαχρονικό ότι συνδέει τις εκάστοτε συγχρονίες. Με αυτή την αντίληψη το παρόν είναι ένα αυτόνομο τμήμα του χρόνου και μπορεί να αποσπαστεί και να μελετηθεί. Από αυτή τη σκοπιά, μελέτη της ιστορίας σημαίνει υποταγή της στο εκάστοτε «τώρα». Όμως έτσι η μελέτη της Ιστορίας γίνεται μια βαρετή ενασχόληση. Και οι μαθητές δικαίως διαμαρτύρονται: «Τι μας νοιάζει εμάς, …» Το μικροσκόπιο δεν είναι χρήσιμο όργανο για την Ιστορία.

Ας δούμε το θέμα από μια άλλη σκοπιά. Είναι σύγχρονο το σημερινό; Ο Αρίσταρχος προηγείται του Κοπέρνικου ή συνομιλούν; Χωρίζει άβυσσος τους λυρικούς από τον Καρυωτάκη; Ο Ηράκλειτος είναι το παρελθόν του νευτώνειου κόσμου ή το μέλλον του; Ο Αλέξανδρος στο Γόρδιο και ο ελληνικός στρατός στο Σαγγάριο είναι δύο «γεγονότα» που απέχουν 2300 χρόνια ή επεισόδια της ίδιας τραγωδίας;


Με αυτή την έννοια, ιστορία είναι «όλα όσα έχουν γίνει» ανεξάρτητα από τη βούλησή μας ή είναι ένα πεδίο μέσα στο οποίο δημιουργούμε με «συνείδηση και ελευθερία» τον εαυτό μας; Ο «συνωστισμός» και το «κρυφό σχολειό» είναι απλώς θέματα της ιστορικής έρευνας ή συστατικά στοιχεία της κοινωνικής ψυχής μας (η οποία από τη φύση της μπορεί να πληγώνεται); Τελικά η μελέτη της ιστορίας ενός λαού είναι παρελθοντολογία ή μελλοντολογία; Και ποια διδασκαλία της ιστορίας στηρίζει ψυχές και κτίζει συνειδήσεις;

13 Ιανουαρίου, 2008

Το τραίνο

Έρχονται στο γυμνάσιο με τρελή όρεξη. Είναι περίεργα, αχόρταγα, θέλουν να τα μάθουν όλα. Ρωτούν συνέχεια, τα χεράκια κεραίες, δεν τους χωράει η καρέκλα...
"Γιατί κύριε...",
"Πώς θα ήταν, αν ...",
"Ήταν πάντοτε έτσι, ή ...".
Ερωτήσεις, απορίες, όλα στο τραπέζι. Εσύ απέναντι, αυτός που ξέρει και θα τους μάθει. Που όλα τα ξέρεις. Να τους πεις. Να μάθουν. Πράγματα.


Τα μικρούλια! Δεν ακούν το τραίνο που έρχεται με ταχύτητα. Τα βαγόνια του τραντάζουν τις ράγες. Από μέσα τους.

Δεν χρειάζεται να περιμένεις για να δεις τη σύγκρουση. Αρκεί την επόμενη ώρα να έχεις μάθημα στη δευτέρα. Εδώ τα μάτια έκπληκτα. Ανήσυχα. "Σε μένα συμβαίνει αυτό;"
Τα πρόσωπα άγρια, τα ρούχα λες και ριγμένα πάνω τους, τα μαλλιά τους ανάκατα. Πάει το παιδικό πρόσωπο που ήξερες από πέρσι. Τα χαρακτηριστικά τους τραβηγμένα. Ούτε μεγάλος ούτε μικρός. Μπιμπίκια.
Και πολύ ταραχή, νεύρα και πάλι νεύρα. Βαβούρα. Λίγα μόνο διατηρούν την περσινή τους όρεξη. Λίγα τα σηκωμένα χέρια, ακόμα λιγότερες οι ερωτήσεις.
"Άσε μας και συ με τα μαθήματα."
"Δε βλέπεις το χάλι μας;"

Την επόμενη ώρα, στην τρίτη τάξη. Τα αποτελέσματα του τράκου. Μοιάζει με σοβαρότητα. (Ποτέ δεν μπόρεσα να καταλάβω γιατί τα παιδιά της τρίτης γυμνασίου φαίνονται "λιγότερο παιδιά" αν τα συγκρίνεις με τα παιδιά της πρώτης λυκείου). Δεν είναι. Είναι το σοκ της σύγκρουσης. Οι έφηβοι - συμπιεσμένα ελατήρια. Κάτω από τη νέα μάσκα κρύβονται οι "αντιρρήσεις". Πολλές αντιρρήσεις, συνέχεια αντιρρήσεις. Για όλα.
Εσύ δεν είσαι πια ο ίδιος γι αυτά. Πάει η εποχή που κρέμονταν από τα χείλη σου. Τώρα, σε μάχονται.
"Εσύ δεν (μας) ξέρεις, δεν (μας) ακούς, δεν (μας) καταλαβαίνεις!".

Αχ δάσκαλοι! Αλεξικέραυνα της εφηβείας τους.

03 Ιανουαρίου, 2008

Γιατί λαβύρινθος;

Γιατί είναι το μέσο τέτοιο.
Γιατί είναι οι καιροί τέτοιοι.

Γιατί είναι ένα ταξίδι για το οποίο το μόνο που ξέρουμε είναι ότι δεν θα μας βγάλει στην αρχή. Γιατί οι διάδρομοι και οι στοές διαπλέκονται και μπερδεύονται. Δεν υπάρχουν αδιέξοδοι διάδρομοι, όμως δεν ξέρουμε ο καθένας πού οδηγεί. Μήπως μας γυρίζει πίσω ή πάλι ίσως μας πάει σε άλλους διαδρόμους κι από κει σε άλλες στοές, άλλες από αυτές που ήταν ο σκοπός μας.

Λαβύρινθος ή κάτι που φαίνεται ως τέτοιος: δωμάτια με καλοστρωμένα τραπέζια και αναμμένα κηροπήγια, αλλά και σπηλιές με χαλάσματα και μπάζα ριγμένα στην τύχη. Και δεν ξέρουμε αν στις σάλες θα αρχίσει να ξεφτάει η ταπετσαρία για να φανεί από κάτω ο γυμνός τοίχος. Ούτε αν μέσα από τα χαλάσματα των σπηλαίων θα ξεπηδήσει η τάξη και η ομορφιά να μας γεμίσουν χαρά.

Αυτόν τον λαβύρινθο εμείς τον δημιουργούμε. Με νύχια, με χέρια, με δυναμίτη. Εμείς φτιάχνουμε τις στοές και τις σήραγγες, τα δωμάτια και τις αλέες, νομίζοντες κάθε φορά ό,τι: "να! από δω, κάπου βγάζει", ελπίζοντες για τα δωμάτια τα γεμάτα φως. Ας έχουμε ξεγελαστεί τόσες φορές. Άλλωστε δεν έχουμε κι άλλη επιλογή, από τη στιγμή που μπήκαμε στο λαβύρινθο (ή μήπως ήμασταν πάντοτε μέσα;).

Τι προσδοκούμε; Να αξιωθούμε να συναντήσουμε παλιούς φίλους, αλλά και τους τωρινούς και μελλοντικούς.