"Γιατί κύριε...",
"Πώς θα ήταν, αν ...",
"Ήταν πάντοτε έτσι, ή ...".
Ερωτήσεις, απορίες, όλα στο τραπέζι. Εσύ απέναντι, αυτός που ξέρει και θα τους μάθει. Που όλα τα ξέρεις. Να τους πεις. Να μάθουν. Πράγματα.

Τα μικρούλια! Δεν ακούν το τραίνο που έρχεται με ταχύτητα. Τα βαγόνια του τραντάζουν τις ράγες. Από μέσα τους.
Δεν χρειάζεται να περιμένεις για να δεις τη σύγκρουση. Αρκεί την επόμενη ώρα να έχεις μάθημα στη δευτέρα. Εδώ τα μάτια έκπληκτα. Ανήσυχα. "Σε μένα συμβαίνει αυτό;"
Τα πρόσωπα άγρια, τα ρούχα λες και ριγμένα πάνω τους, τα μαλλιά τους ανάκατα. Πάει το παιδικό πρόσωπο που ήξερες από πέρσι. Τα χαρακτηριστικά τους τραβηγμένα. Ούτε μεγάλος ούτε μικρός. Μπιμπίκια.
Και πολύ ταραχή, νεύρα και πάλι νεύρα. Βαβούρα. Λίγα μόνο διατηρούν την περσινή τους όρεξη. Λίγα τα σηκωμένα χέρια, ακόμα λιγότερες οι ερωτήσεις.
"Άσε μας και συ με τα μαθήματα."
"Δε βλέπεις το χάλι μας;"

Εσύ δεν είσαι πια ο ίδιος γι αυτά. Πάει η εποχή που κρέμονταν από τα χείλη σου. Τώρα, σε μάχονται.
"Εσύ δεν (μας) ξέρεις, δεν (μας) ακούς, δεν (μας) καταλαβαίνεις!".
Αχ δάσκαλοι! Αλεξικέραυνα της εφηβείας τους.
1 σχόλιο:
Αν το τρένο σμπαραλιάζει στην τρίτη γυμνασιου, κε Αρθούρε, στο Λύκειο δεν αφήνει παρά πτώματα. Τέτοια που ξεβράζονται μετά και στα πανεπιστήμια. Καντε κατι να κρατησετε ζωντανά αυτά τα ερημάκια!
Δημοσίευση σχολίου